Οκαταρινέτα: Μπελατσιτσίξ, να σου πω μια ωραία και διδακτική ιστορία ;
Μπελατσιτσίξ: ... να μου πεις, Οκαταρινέτα ... να μου πεις ...
Οκαταρινέτα: ... ήτανε κάποτε ένας πατέρας, που είχε δύο γιους ... ο ένας δούλευε σκληρά, ενώ ο άλλος κρασόπινε στα καπηλειά ... κάποτε λέει ο άσωτος υιός στον πατέρα του ... πατέρα δως μου το μερίδιό μου να το παίξω στο μπαρμπούτι ... τί να κάνει ο πατέρας, μοιράζει την περιουσία του στα δυο του παιδιά, παίρνει το μερίδιό του ο άσωτος, κι εξαφανίζεται ... δεν περνά πολύς καιρός και τα λεφτά φαγώθηκαν ... ο άσωτος πεινούσε ... πάει και πιάνει τον πατέρα του και του λέει ... πατέρα πεινάω, και διψάω ... δως μου κι άλλα χρήματα να πιο λίγο κρασάκι ... σκέφτεται ο πατέρας και του λεεί ... λεφτά δεν έχω να σου δώσω ... μπορούμε όμως να ζητήσουμε από τον αδερφό σου, που είναι δουλευταράς και τα φέρνει βόλτα ... όμως θα πρέπει να του το φέρουμε με το μαλακό ... να τον ρίξουμε στο φιλότιμο ... πάνε λοιπόν μαζί στον προκομένο αδερφό και του λένε ... σώσε την οικογένεια, κινδυνεύει η τιμή της αδερφής σου ... ο γείτονας την αποπλάνησε και τώρα ζητάει προίκα για να την αποκαταστήσει ... ο αδερφός, χωρίς να το πολυσκεφτεί συμφωνεί να δώσει ό,τι του ζητούσαν ...
Μπελατσιτσίξ: ... μα δεν υπήρχε αδερφή στην ιστορία ... πώς μας προέκυψε τώρα ;
Οκαταρινέτα: ... αυτό θα έλεγα κι εγώ, Μπελατσιτσίξ ... στην ιστορία δεν υπήρχε ούτε αδερφή ... ούτε πρόθυμος πολίτης να πληρώσει τα σπασμένα των άλλων !
Γ. Παπανδρέου: «Συγκινούμαι όταν βλέπω ανθρώπους στο δρόμο να μου λένε ότι είναι έτοιμοι να θυσιάσουν το μισθό τους για την πατρίδα»
http://www.imerisia.gr/article.asp?catid=12336&subid=2&pubid=25969178
Μπελατσιτσίξ: ... να μου πεις, Οκαταρινέτα ... να μου πεις ...
Οκαταρινέτα: ... ήτανε κάποτε ένας πατέρας, που είχε δύο γιους ... ο ένας δούλευε σκληρά, ενώ ο άλλος κρασόπινε στα καπηλειά ... κάποτε λέει ο άσωτος υιός στον πατέρα του ... πατέρα δως μου το μερίδιό μου να το παίξω στο μπαρμπούτι ... τί να κάνει ο πατέρας, μοιράζει την περιουσία του στα δυο του παιδιά, παίρνει το μερίδιό του ο άσωτος, κι εξαφανίζεται ... δεν περνά πολύς καιρός και τα λεφτά φαγώθηκαν ... ο άσωτος πεινούσε ... πάει και πιάνει τον πατέρα του και του λέει ... πατέρα πεινάω, και διψάω ... δως μου κι άλλα χρήματα να πιο λίγο κρασάκι ... σκέφτεται ο πατέρας και του λεεί ... λεφτά δεν έχω να σου δώσω ... μπορούμε όμως να ζητήσουμε από τον αδερφό σου, που είναι δουλευταράς και τα φέρνει βόλτα ... όμως θα πρέπει να του το φέρουμε με το μαλακό ... να τον ρίξουμε στο φιλότιμο ... πάνε λοιπόν μαζί στον προκομένο αδερφό και του λένε ... σώσε την οικογένεια, κινδυνεύει η τιμή της αδερφής σου ... ο γείτονας την αποπλάνησε και τώρα ζητάει προίκα για να την αποκαταστήσει ... ο αδερφός, χωρίς να το πολυσκεφτεί συμφωνεί να δώσει ό,τι του ζητούσαν ...
Μπελατσιτσίξ: ... μα δεν υπήρχε αδερφή στην ιστορία ... πώς μας προέκυψε τώρα ;
Οκαταρινέτα: ... αυτό θα έλεγα κι εγώ, Μπελατσιτσίξ ... στην ιστορία δεν υπήρχε ούτε αδερφή ... ούτε πρόθυμος πολίτης να πληρώσει τα σπασμένα των άλλων !
Γ. Παπανδρέου: «Συγκινούμαι όταν βλέπω ανθρώπους στο δρόμο να μου λένε ότι είναι έτοιμοι να θυσιάσουν το μισθό τους για την πατρίδα»
http://www.imerisia.gr/article.asp?catid=12336&subid=2&pubid=25969178